Δευτέρα 30 Μαρτίου 2015

ΠΑΣΧΑΛΙΝΑ ΕΘΙΜΑ ΚΥΜΗΣ








Μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της Χριστιανοσύνης είναι η Ανάσταση του Χριστού, γιορτή που αποτελεί το θεμέλιο της πίστης του κάθε χριστιανού, που γεφυρώνει την άβυσσο του θανάτου με την άνοιξη της ζωής, γνωστή σαν «Πάσχα» και σαν «Λαμπρή» .

Η λέξη Πάσχα είναι Ιουδαϊκή λέξη και κατά την ημέρα αυτή οι Εβραίοι γιόρταζαν την διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας μετά την έξοδό τους από την Αίγυπτο. Μαζί δε με το όνομα Πάσχα παραλάβαμε και το έθιμο που είχαν οι Εβραίοι να σφάζουν και να τρώνε κατά την ημέρα αυτή αρνιά.
Η λέξη «Λαμπρή» υποδηλώνει την κατ΄ εξοχήν «λαμπράν ημέραν» του έτους αναφέρεται δε στην Εκκλησιαστική υμνογραφία η ημέρα αυτή σαν «Εορτή Εορτών και πανήγυρις πανηγύρεων».
Πολλά είναι τα ήθη και έθιμα που γίνονται κατά την περίοδο αυτή σε όλα τα μέρη της Ελλάδος, όπως τα έχουν καταγράψει οι Λαογράφοι και οι Ιστορικοί. Ας προσπαθήσουμε να θυμηθούμε μερικά όπως τ’ ακούσαμε ή όπως τα ζήσαμε και τα ζούμε μέχρι και σήμερα.
Την Κυριακή των Βαίων, Ο στολισμός των εκκλησιών με βάϊα εισήχθηκε από την εκκλησία τον 9ο αιώνα σε ανάμνηση της υποδοχής του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα. Στο χωριό μας τη φροντίδα για τον στολισμό της εκκλησίας με βάγια την έχουν οι νιόπαντρες. Από την παραμονή προσκομίζουν το δίσκο με τα μπουκέτα τα λουλούδια και τα βάγια στην εκκλησία και η κάθε μια συναγωνίζεται ποιος θα είναι ο ωραιότερος δίσκος. Εμφανίζεται δε το έθιμο αυτό και σε άλλα μέρη της Ελλάδος με μικρές παραλλαγές και με την ευχή και προσδοκία η γονιμοποιός δύναμη που έχουν οι αειθαλείς κλάδοι να μεταδίδεται και στις νιόπαντρες της χρονιάς.
Των Βαίων επιτρέπετε η βρώση των ψαριών. Είναι γνωστό το δίστιχο που μέχρι σήμερα συνηθίζομαι να λέμε:
Του βαγιού - βαγιού τρώνε ψάρια και κολιούς
και την άλλη Κυριακή το ψημένο το αρνί.
Ακολουθεί η Μεγάλη Εβδομάδα. Στο μυαλό μου έρχεται το στιχάκι που λέγαμε μικροί:
Μεγάλη Δευτέρα, ο Χριστός με τη μαχαίρα
Μεγάλη Τρίτη, ο Χριστός εκρύφτη

Μεγάλη Τετάρτη, ο Χριστός εχάθη
Μεγάλη Πέμπτη, ο Χριστός ευρέθη
Μεγάλη Παρασκευή, ο Χριστός στο καρφί
Μεγάλο Σάββατο, ο Χριστός στον τάφο
Μεγάλη Κυριακή, ο Χριστός θ’ αναστηθεί
Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη είναι αφιερωμένες στην καθαριότητα: Ασβέστωμα των σπιτιών και των τοίχων, πλύσιμο και σιδέρωμα ρούχων κ.λ.π. Ψώνια για τα βαφτιστήρια (απαραίτητα παπούτσια, λαμπάδα και κουλούρα). Καινούργια ρούχα και λίγα δώρα για τους εορτάζοντες.
Κάθε βράδυ ο κόσμος παρακολουθεί τις ακολουθίες. Κυριακή και Δευτέρα βράδυ η ακολουθία του Νυμφίου. Τρίτη βράδυ με κατάνυξη παρακολουθούμε το Τροπάριο της Κασσιανής ενώ την Τετάρτη απόγευμα γίνεται το Μυστήριο του ευχελαίου.
Τη Μεγάλη Πέμπτη βάφουν τα αυγά, φτιάχνουν τα κουλούρια και εφτάζυμα τσουρέκια, πάνω στα οποία τοποθετούν ένα κόκκινο αυγό, τις «Λαμπροκουλούρες». Έθιμο που συναντάται και στους Βυζαντινούς οι οποίοι είχαν την συνήθεια να προσφέρουν την ημέρα της Ανάστασης στους ιερείς για να τους κοινωνήσουν μαζί με άλλα εδέσματα «και ορνίθεια ωά εν ζύμη συνενωμένα».
Η χρήση αυγών κατά το Πάσχα έχει βαθύτερη έννοια και μαρτυρεί την αντίληψη που είχαν οι αρχαίοι λαοί για το αυγό, ότι είναι εικόνα του κόσμου και σύμβολο της ζωής και της δημιουργίας και συγχρόνως με το τσούγκρισμα σύμβολο της αναστάσεως επειδή μέσα από αυτό ξεπηδάει η ζωή. Οι Ρωμαίοι θεωρούσαν τα κόκκινα αυγά σύμβολα ευτυχίας. Ο σοφός Κοραής θεώρησε ότι τα αυγά βάφονται κόκκινα επειδή το κόκκινο αίμα συμβολίζει το αίμα των προβάτων με το οποίο οι Ιουδαίοι, για να αποφύγουν την ρομφαία του αγγέλου, έβαψαν τις πόρτες των σπιτιών τους.
Το βράδυ της Μεγάλης πέμπτης είναι η ακολουθία των Παθών, τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Με κατάνυξη και θρησκευτική ευλάβεια οι πιστοί παρακολουθούν την ακολουθία της Σταύρωσης του Θεανθρώπου. Μετά το τέλος της ακολουθίας, οι γυναίκες, κυρίως κοπέλες, φροντίζουν μέχρι και σήμερα για το στόλισμα του Επιταφίου. Βιολέτες και γαρύφαλλα είναι το επικρατέστερα λουλούδια που κυριαρχούν στο στόλισμα των Επιταφίων. Τα παλαιότερα χρόνια προερχόντουσαν από του κήπους του χωριού. Σήμερα δυστυχώς και αυτά προέρχονται από το εμπόριο.

Τα πιο παλιά χρόνια, γερόντισσες ξενυχτούσαν τον επιτάφιο, τραγουδώντας το μοιρολόι της Παναγίας:
Σήμερο μαύρος ουρανός, σήμερο μαύρη μέρα
Σήμερο όλα θλίβονται και τα βουνά λυπούνται
Σήμερον έκαναν βουλή οι άνομοι Εβραίοι
οι άνομοι και τα σκυλιά, κι οι τρισκαταραμένοι,
Ο Κύριος ηθέλησε να μπει σε περιβόλι
να πάρει δείπνο μυστικό, για να τον παίρνουν όλοι.
Κι η Παναγιά η Δέσποινα καθόταν μοναχή της
την προσευχή της έκαμνε για τον μονογενή της.
Φωνή ακούστ’ εξ ουρανού κι από αγγέλου στόμα
- Φτάνουν, Κυρά μου, οι προσευχές, φτάνουν και οι μετάνοιες
τον Κύριο επιάσανε και στα καρφιά τον πάνε
Φτιάστε καρφιά, φτιάστε χαλκιά, φτιάστε τρία περόνια
και κείνος ο παράνομος βαρεί και φτιάχνει πέντε.
Συ Φαραώ που τάφτιαξες πρέπει να μας διδάξεις.
- Βάλτε τα δυο στα χέρια του και ‘ άλλα δυο στα πόδια
το τρίτο το φαρμακερό βάλτε το στην καρδιά του
να τρέξει αίμα και νερό να λιγωθεί η ψυχή του.
Η Παναγιά σαν τ' άκουσε έπεσε και λιγώθη.
σταμνί νερό της ρίξανε και τριά κανάτια μόσχο
και τρία μυρωδόσταμνα για νάρτ’ ο λογισμός της.
Και σαν της ήρτ’ ο λογισμός και σαν της ήρτ’ ο νους της
ζητάει μαχαίρι να σφαγεί, φωτιά να πάει να πέσει,
ζητάει γκρεμό να γκρεμνισθεί για τον Μονογενή της
Η Μάρθα κι η Μαγδαληνή και του Λαζάρ’ η μάνα
και τ’ Ιακώβ η αδελφή, οι τέσσερις αντάμα
επήραν το στρατί - στρατί, στρατί το μονοπάτι
και το στρατί τις έβγαλε μεσ’ στου ληστή την πόρτα.
- Άνοιξε πόρτα του ληστή και πόρτα του Πιλάτου
Κι η πόρτα ‘πό το φόβο της ανοίγει μοναχή της.
Κυττούν δεξιά κττούν ξαρβιά, κανένα δε γνωρίζουν
κυττούν και δεξιότερα, βλέπουν τον Άγιο Γιάννη.
- Άγιε μου, Γιάννη, Πρόδρομε, και βαπτιστή του γιου μου
μην είδες το παιδάκι μου και τον διδάσκαλό σου;
- Δεν έχω στόμα να Σου πω, γλώσσα να σου μιλήσω
δεν έχω χεροπάλαμο για να σου τόνε δείξω.
Βλέπεις εκείνον τον γυμνό, τον παραπονεμένο
όπου φορεί πουκάμισο στο αίμα βουτηγμένο
όπου φορεί στην κεφαλή ακάνθινο στεφάνι;
Εκείνος είν’ ο γυιόκας σου και με ο δάσκαλός μου.
Η Παναγιά πλησίασε, γλυκά τον ερωτάει:
- Δε μου μιλάς, παιδάκι μου, δε μου μιλάς, παιδί μου;
- Τι να σου πω, μανούλα μου, που διάφορο δεν έχεις.
Μόνο το Μέγα Σάββατο κοντά το μεσημέρι
που θα λαλήσ’ ο πετεινός, σημαίνουν οι καμπάνες
σημάν’ ο Θειός, σημάν’ η γης, σημάνουν τα ουράνια,
σημάνει κι η Αγιά-Σοφιά με τις χρυσές καμπάνες.
Τότε και συ μανούλα μου θάχεις χαρές μεγάλες.
Κι από χρόνου
(Από το βιβλίο της ΚΑΛΗΣ ΚΑΛΥΒΗ «ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΥΜΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ»)
Ο στολισμός του επιταφίου από τις κοπέλες γινόταν τότε τη Μεγάλη Παρασκευή το πρωί.
Τη Μεγάλη Παρασκευή οι παλιοί δεν έκαναν καμιά δουλειά, δεν μαγείρευαν στο σπίτι και δεν έτρωγαν σχεδόν τίποτα. Τη θεωρούσαν μέρα μεγάλου πένθους. Στο τραπέζι κυριαρχούσε το ξύδι με την άζα (άζα είναι η στάχτη που μάζευαν από το τζάκι).
Μέχρι και σήμερα ο κόσμος μεταβαίνει στα νεκροταφεία, όπου και οι ψυχές σήμερα πενθούν, ν΄ ανάψει το καντηλάκι προσφιλών τους ανθρώπων που έφυγαν από τη ζωή, στολίζοντας τους τάφους με φρέσκα λουλούδια και κάνοντας ένα τρισάγιο στη μνήμη αυτών.
Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής γίνεται η Αποκαθήλωση του Ιησού από το Σταυρό ενώ το βράδυ της ίδιας ημέρας, γίνεται η περιφορά του Επιταφίου. Τα εγκώμια τα έψελναν χορωδίες αγοριών και κοριτσιών, με τις χορωδίες να συναγωνίζονται πια θα είναι η καλύτερη. Έθιμο που σήμερα δυστυχώς τείνει να εκλείψει.
Στη συνέχεια με αναμμένα κεριά και μέσα σε κατανυκτική ατμόσφαιρα γίνεται η περιφορά του Επιτάφιου στους δρόμους του χωριού μας και κάτω από τον πένθιμο ήχο της καμπάνας. Στο δρόμο οι νοικοκυρές έχουν φροντίσει να στολίσουν τα παραθύρια τους και τους εξώστες με αναμμένα κεριά και λιβανιστήρια που αναδίδουν λογιών – λογιών ευχάριστες μυρωδιές από λιβάνι. Μετά το γυρισμό μας στην εκκλησία περνάμε όλοι κάτω από τον Επιτάφιο και με το σχόλασμα δεν παραλείπουμε να πάρομε ένα κομματάκι κερί και λίγα λουλούδια από τον Επιτάφιο που τα τοποθετούμε στο εικονοστάσι, για φυλακτό.
Το πρωί του Σαββάτου, η μέρα για της ετοιμασίες του εορταστικού τραπεζιού. Το σφάξιμο του αρνιού, οι ετοιμασίες για τη μαγειρίτσα ή τον πατσά, οι τελευταίες ετοιμασίες για τη μεγάλη μέρα.
Το βράδυ λίγο πριν το «Χριστός Ανέστη» τα φώτα της εκκλησίας έσβηναν και ο ιερεύς καλούσε τους πιστούς από την Ωραία Πύλη με το «Δεύτε λάβετε φως» να ανάψουν τις λαμπάδες τους και να πάρουν το άγιο φως, το νέο φως. Απαραίτητα οι αρραβωνιασμένοι έπρεπε να έχουν τη δική τους λαμπάδα και ο κόσμος συνωστιζόταν μπροστά στην Ωραία Πύλη περιμένοντας ποιος θα ανάψει πρώτος. Μερικοί χρησιμοποιούσαν και λίγη εύφλεκτη ύλη στο φυτίλι του κεριού για να ανάψουν πρώτοι. Τα φώτα έσβηναν και από το Ιερό ακουγόταν η επιβλητική φωνή του Ιερέα που έψελνε το τροπάριο «Εις το μνήμα σε επεζήτησαν». Με το «Δεύτε λάβετε φως» η Ωραία Πύλη άνοιγε και η λαμπάδα με το Άγιο Φως έκανε την εμφάνισή της. Μέχρι να ακουστεί η λέξη «πρώτος» που φώναζε αυτός που θα άναβε την λαμπάδα πρώτος, τα φώτα παρέμεναν σβηστά.
Μετά το «Δεύτε λάβετε φως» όλοι εξέρχονταν από την εκκλησία για την τελετή της Ανάστασης. Όταν ο παππάς έλεγε το «Χριστός Ανέστη», έριχναν τουφεκιές στον αέρα, ενώ σήμερα συνηθίζετε η χρήση κροτίδων, πολλές φορές επικίνδυνων για τη σωματική ακεραιότητα των πιστών, που οι λαογράφοι το συσχετίζουν με τις δοξασίες των παλαιών ότι με τον έντονο κρότο φεύγουν τα κακά πνεύματα. Σήμερα το έθιμο αυτό έχει προσλάβει έντονο ψυχαγωγικό χαρακτήρα. Στην συνέχεια γυρνούσαν την εικόνα γύρω από την Εκκλησία και μετά εισέρχονταν στο ναό.
Σε πολλά μέρη της Ελλάδος, παλαιότερα και στην περιοχή μας, κατά την είσοδο των πιστών μετά την Ανάσταση στον Ιερό Ναό γίνεται η αναπαράσταση της Αναστάσεως με τον ιερέα να στέκεται μπροστά στην κλειστή πόρτα της Εκκλησίας και να βροντοφωνάζει τρεις φορές το «Άρατε πύλας» ενώ από την μέσα πλευρά της εκκλησίας κάποιος πιστός προσπαθεί να εμποδίσει την είσοδο ανταπαντώντας το «Τις εστίν ούτος ο βασιλεύς της δόξης». Αυτό επαναλαμβάνεται τρείς φορές. Στη συνέχεια ο ιερεύς σπρώχνει ορμητικά την πόρτα και μπαίνει μέσα ως ο νικητής του διαβόλου και λυτρωτής των αμαρτωλών.
Οι πιστοί παίρνουν το Αναστάσιμο φως και το μεταφέρουν στα σπίτια τους και αφού σταυρώσουν το πάνω μέρος της εξώθυρας ανάβουν το καντήλι. Το υπόλοιπο κερί το φύλαγαν και το άναβαν σε δύσκολες γι αυτούς συνθήκες.
Το βράδυ της Ανάστασης συνηθίζεται στα σπίτια να τρώνε σούπα (πατσάς, μαγειρίτσα) αφού πρώτα τσουγκρίσουν κόκκινα αυγά και ευχηθούν «Χριστός Ανέστη».
Ανήμερα το Πάσχα γίνεται το σούβλισμα του αρνιού. Παλαιότερα συνηθιζόταν το κύριο φαγητό της ημέρα αυτής να είναι γκιουβέτσι στο φούρνο με κριθαράκι. Εμείς τα παιδιά προσπαθούσαμε να βρούμε το «Βεζύρη». Βεζύρης είναι κόκκαλο από την κλείδωση του αρνιού. Κάθε πλευρά τις δίναμε κι ένα όνομα: Βασιλιάς, Βεζύρης. Στη συνέχεια τον πετούσαμε, όπως περίπου τα ζάρια σήμερα, και όποια πλευρά ήταν προς τα πάνω, κέρδιζε. Ο βασιλιάς τότε έδινε διαταγή στο Βεζύρη να δώσει στα υπόλοιπα παιδιά που κάθονταν κυκλικά τόσες ξυλιές όσες θα διέταζε. Μέχρι να χάσει και να πάρει τη θέση του άλλος.
Το απόγευμα οι εκκλησίες γέμιζαν από πιστούς που πήγαιναν να παρακολουθήσουν την ακολουθία της «Αγάπης», τη «δεύτερη Ανάσταση».
Σε πολλά μέρη ανήμερα το Πάσχα γίνεται το κάψιμο του Ιούδα. Φτιάχνουν ένα ανθρώπινο ομοίωμα που αφού το κρεμάσουν σε ένα κλαδί του βάζουν φωτιά και το καίνε.
Μπορεί οι καιροί να άλλαξαν και μερικά από τα παραπάνω έθιμα να έχουν ξεχαστεί, το Πάσχα όμως και σήμερα στην Ελλάδα θεωρείται η μεγαλύτερη και ομορφότερη γιορτή των Χριστιανών, αντίθετα με τους Δυτικούς που σαν μεγαλύτερη γιορτή θεωρούν τα Χριστούγεννα
Οι Εκκλησιαστικές τελετές της Μεγάλης Εβδομάδας έχουν εξαιρετικό μεγαλείο και θρησκευτικότητα. Πολλοί μουσικοσυνθέτες έχουν τονίσει τα κυριότερα τροπάρια των ακολουθιών, όπως το «Τροπάριο της Κασσιανής», το «Σήμερον κρεμάται επί ξύλου», «τα Εγκώμια» και άλλα πολλά. Καλλίφωνοι ψαλτάδες συναγωνίζονται τούτες της μέρες σε όλες τις Εκκλησίας της Ελλάδος για να παρουσιάσουν τις θρησκευτικές τελετές σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια.
Η αίσθηση του θαύματος της Αναστάσεως του Χριστού που συμπίπτει με την Άνοιξη, ενέπνευσαν τον Διονύσιο Σολωμό ο οποίος σε ένα απόσπασμα από το έργο του «Λάμπρου» μας δίνει κατά τον καλύτερο τρόπο την εικόνα της «Λαμπρής».
Καθαρώτατον ήλιον επρομηνούσε
Της αυγής το δροσάτο ύστερο αστέρι.
Σύγνεφο, καταχνιά δεν απερνούσε
Τ΄ ουρανού σε κανέναν από τα μέρη.
Κι από κεί κινημένο αργοφυσούσε
Τόσο γλυκό στο πρόσωπο τ΄ αγέρι,
Που λες και λέει μες της καρδιάς τα φύλλα:
Γλυκειά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα.
Χριστός Ανέστη Νέοι, γέροι και κόρες,
Όλοι, μικροί, μεγάλοι ετοιμασθείτε
Μέσα στις εκκλησιές τις δαφνοφόρες
Με το φως της χαράς συμμαζωχθήτε.
Ανοίξετε αγκαλιές ειρηνοφόρες,
Ομπροστά στους αγίους και φιληθείτε,
Φιληθείτε γλυκά χείλη με χείλη
Πέστε «Χριστός Ανέστη» εχθροί και φίλοι
.

Δεν υπάρχουν σχόλια: